- φιλοτιβέριος
- ὁ, Αφίλος τού αυτοκράτορα Τιβερίου.[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)-* + Τιβέριος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φιλοτιβέριος — friend of Tiberius masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)